Εκλεκτά καρύδια του Γέρμα. |
Το όμορφο χωριό «Ο Γέρμας» Καστοριάς είναι κτισμένο σε μια ειδυλλιακή
περιοχή με τρεχούμενα νερά, στην οποία υπάρχουν κι ευδοκιμούν πάμπολλες
αυτοφυείς καρυδιές. Οι καρυδιές αυτές παράγουν νόστιμους καρπούς, τα γνωστά
καρύδια, που ωριμάζουν σταδιακά και ανάλογα με την ποικιλία τους, από τις αρχές
Σεπτεμβρίου κι έως τα μέσα Οκτωβρίου κάθε χρόνου.
Κατά την προαναφερόμενη περίοδο ωρίμανσης των καρυδιών, όλοι οι
Γερμανιώτες μεταβαίνουν οικογενειακώς στα κτήματα όπου βρίσκονται οι καρυδιές
τους. Εκεί οι άνδρες «τσιολνούν» (χτυπούν) με τον «ούρο», που είναι ένα μακρύ
ραβδί μήκους 4 – 5 μέτρων, τα καρποφόρα κλαδιά τής κάθε καρυδιάς κι αμέσως μετά
οι γυναίκες και τα παιδιά τους μαζεύουν σε καλάθια και σε τσουβάλια τα πεσμένα
καρύδια. Ακολούθως μεταφέρουν τα καρύδια στα σπίτια τους, τα καθαρίζουν με
προσοχή και τα αποθηκεύουν, με σκοπό να τα καταναλώσουν κατά τον επερχόμενο
βαρύ χειμώνα.
Γερμανιώτης ραβδίζει την καρυδιά του. |
Εδώ, μαζί με το παρόν κείμενο παρουσιάζονται και αρκετές φωτογραφίες
από το φετινό (έτους 2013) «τσιόλισμα» (ράβδισμα) μερικών δένδρων καρυδιάς του
Γέρμα.
Γερμανιώτικο σχετικό λεξιλόγιο.
Η καρυά: - Η καρυδιά.
Η καραμεγάλη: - Η μεγάλη καρυδιά
(υπάρχει και ομώνυμη τοποθεσία).
Η τσιποκάρδα καρυά: - Η καρυδιά που
καρπίζει μεγάλα κι εκλεκτά καρύδια.
Η κωνσταντίναβη καρυά: - Η καρυδιά που
καρπίζει μικρά και σκληρά καρύδια.
Τα καρύδια: - Τα ανώριμα καρύδια που
δεν έχουν αποβάλει το πράσινο περίβλημά τους.
Ψώμωσαν τα καρύδια: - Τα καρύδια
απόκτησαν ικανοποιητική ψίχα.
Αριδίζω τα καρύδια: - Ανοίγω τα καρύδια
με σουγιά.
Ξεκαχτίζονται τα καρύδια: - Ανοίγουν
και πέφτουν τα πράσινα τσόφλια των καρυδιών και απομένουν – γίνονται κάχτες.
Οι κάχτες: - Τα ώριμα καρύδια που έχουν
πετάξει το πράσινο περίβλημα - κέλυφός τους.
Τσιολνώ τις καρυές: - Χτυπώ, ραβδίζω
τις καρυδιές για να πέσουν τα καρύδια.
Το τσιόλισμα της καρυάς: - Το ράβδισμα
της καρυδιάς.
Οι κουκουσιάρες κάχτες: - Τα καρύδια
που ανοίγουν εύκολα κι έχουν εκλεκτό περιεχόμενο.
Οι κωνσταντίναβες κάχτες: - Τα σκληρά
καρύδια.
Οι καρυδότσοφλες: - Τα εξωτερικά και τα
εσωτερικά τσόφλια - κελύφη των καρυδιών.
Η καρυδόψιχα: - Το εδώδιμο περιεχόμενο
των καρυδιών.
Οι κουκουσιάρες: - Οι φαγώσιμες
κοτυληδόνες των καρυδιών.
Τα καρόφυλλα: - Τα φύλλα της καρυδιάς,
με των οποίων το «ζουμί» έβαφαν οι γυναίκες καστανόμαυρα τα μαλλιά τους.
Η καραμπογιά: - Το πρασινόμαυρο
απόσταγμα του εξωτερικού περιβλήματος των καρυδιών, με το οποίο οι νοικοκυρές
έβαφαν τα μάλλινα ενδύματα.
Ο ούρος: - Το μακρύ ραβδί μήκους 4 – 5
μέτρων, με το οποίο οι άντρες τσιολνούν τις καρυδιές.
Το σιτζιούκι: - Η αρμαθιά κοτυληδόνων καρυδιού εμποτισμένη με
παχύρευστο πετιμέζι.
Τρία καρύδια, τέσσερις κάχτες και δύο κουκουσιάρες. |
Το "μπερεκέτι", η συλλεγείσα ποσότητα καρυδιών. |
Σακούλα γεμάτη καρύδια. |
Καρύδια που τα τρύπησαν σκιουράκια. |
Πεσμένα φύλλα "τσιολισμένης" καρυδιάς. |
Ο Κώστας Τ. Αλεξίου στις καρυδιές του. |
Καρυδιές στην τοποθεσία "Καραμεγάλη" του Γέρμα. |
Καρυδιές στην τοποθεσία "Πιργιόν", υψόμ. 1.000 μ. |
Μερική άποψη του Γέρμα. Στο βάθος το βουνό Μουρίκι. |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου