|
Δέντρο οξιάς στην περιοχή Ασπροστέλναρα του Μουρικιού. |
Η οξιά είναι ένα απ’ τα πλέον αγαπητά
δέντρα των ανθρώπων που κατοικούν στα
χωριά της ορεινής περιοχής Μουρικίου
Καστοριάς, και συγκεκριμένα, στην
Κλεισούρα, στον Γέρμα, στο Τσιρίλοβο,
στη Λιθιά, στη Βασιλειάδα και στον Βέργα.
Οι άνθρωποι αυτοί, άντρες και γυναίκες,
επιθυμούν κι επιδιώκουν ν’ ανέβουν,
κατά την περίοδο του θέρους, στις ψηλές
κορυφές του όρους Μουρίκι (υψόμ. 1703 μ.),
να καθίσουν και να γευματίσουν κάτω απ’
τις οξιές του δάσους του και ν’ αναπαυτούν
στη δροσερή σκιά τους. Επιθυμούν επίσης,
να πιουν το γάργαρο κι «ελαφρό» νερό,
που αναβρύζει απ’ τις ρίζες αιωνόβιων
δέντρων οξιάς.
Απ’ τους ορεσίβιους κατοίκους των
αναφερόμενων χωριών της Καστοριάς,
περισσότερο αγαπούν την οξιά οι
κτηνοτρόφοι που έχουν τα μαντριά τους
στο βουνό Μουρίκι και βόσκουν τα
αιγοπρόβατά τους στα αλπικά λιβάδια
του, τις λεγόμενες «γκόλνες». Οι εν λόγω
φιλόπονοι βοσκοί διαλέγουν κάθε Άνοιξη
μια μεγάλη οξιά στην άκρη του δάσους,
διαμορφώνουν κάτω απ’ τη φυλλωσιά της
έναν στάλο (πρόχειρη μάντρα) και σταλίζουν
εκεί το κοπάδι τους κατά τις μεσημεριανές
ώρες του καλοκαιριού.
|
Δίδυμοι κορμοί οξιάς στην περιοχή "Πιργιόν" του όρους Μουρίκι. |
Ας δούμε όμως ποιο είναι το θεματικό
φυτό:
Η
οξιά
ή φηγός
είναι ένα μεγαλόπρεπο, ωραίο, φυλλοβόλο
δέντρο,
που ζει σε υψόμετρο
από 1.000 μ. μέχρι 1.800 μ.. Ο κορμός της είναι
ευθύς και ψηλός έως 35 μ., ο δε φλοιός της
είναι λείος κι έχει χρώμα ανοικτό γκρι.
Τα φύλλα της είναι κατ’ εναλλαγή δίσειρα,
επιμήκη, οξύκορφα, οδοντωτά κι έχουν
μήκος 5 - 15 εκ. και πλάτος 2 - 8 εκ. Οι καρποί
της είναι κάρυα
και βρίσκονται μέσα σε ξυλώδες κύπελλο,
που σκεπάζεται από βράκτια.
Το ξύλο της έχει χρώμα ελαφρά κοκκινωπό,
είναι πολύ σκληρό και χρησιμοποιείται
στην οικοδομική, την επιπλοποιία, τη
ναυπηγική και γενικά στη βιομηχανία
τον ξύλου. Τα «οξίσια» καυσόξυλα καίγονται
στα τζάκια και στις σόμπες επί αρκετή
ώρα και βγάζουν φωτεινές και ήρεμες
φλόγες.
Πολλοί
απ’ τους προαναφερόμενους χωρικούς
του Νομού Καστοριάς, κατά την παλαιά
εποχή κι έως τη δεκαετία του 1960, ήταν
ημιεπαγγελματίες ξυλοκόποι. Οι άνθρωποι
αυτοί έδειχναν ιδιαίτερη προτίμηση
στην υλοτόμηση της οξιάς και στην εμπορία
των καυσόξυλών της. Η όλη διαδικασία
της υπόψη υλοτόμησης γινόταν ως εξής:
|
Κλαδί και φύλλα οξιάς. |
Οι
ξυλοκόποι των εν λόγω χωριών, κατά τις
ημέρες που ευκαιρούσαν, ξεκινούσαν πρωί
– πρωί απ΄ τις οικίες τους και μετέβαιναν
με τα υποζύγιά τους στα πυκνά δάση οξιάς
του Μουρικιού. Εκεί έκοβαν μέχρι το
μεσημέρι τις οξιές που ήθελαν, τεμάχιζαν
τον κορμό και τα κλαδιά τους σε μήκος
και μορφή καυσόξυλων (1,5 μ. περίπου) κι
έσκιζαν τα χοντρά κομμάτια τους. Ακολούθως
έτρωγαν ψωμοτύρι, ντομάτα και κρεμμύδι,
φόρτωναν τα καυσόξυλα στα ζώα τους
(άλογα, μουλάρια, γαϊδούρια) και τα
μετέφεραν στις αυλές των σπιτιών τους,
όπου τα στοίβαζαν με τη σειρά και
σχημάτιζαν ντάνες. Απ’ τις ντάνες αυτές
έπαιρναν κατά τους ψυχρούς μήνες του
Χειμώνα τα καυσόξυλα που ανάλωναν στην
οικία τους, καθώς και τα καυσόξυλα που
πωλούσαν στην πόλη της Καστοριάς, στο
Άργος Ορεστικό και στα γειτονικά χωριά
της Κορησού και του Μαυρόβου.
Οι
ίδιοι ξυλοκόποι, που κατά κανόνα ήταν
και γεωργοί, κατασκεύαζαν και τ’ αλέτρια
τους από ξύλο οξιάς, επειδή είναι ελαφρύ,
αλλά και πολύ σκληρό. Συγκεκριμένα,
πήγαιναν στο δάσος, εντόπιζαν τον κορμό
μιας οξιάς με το κατάλληλο σχήμα, τον
έκοβαν, τον πελεκούσαν επιτόπου και
κατόπιν τον μετέφερναν στο χωριό τους,
όπου τον επεξεργάζονταν κατάλληλα
(έφτιαχναν τη «γκουβοτίτσα» και το
«χερούλι» του ξυλάλετρου).
Το
παρόν άρθρο που αναφέρεται στο αγαπημένο
δέντρο των χωρικών της περιοχής Μουρικιού,
την οξιά, θα κλείσει με την παράθεση δύο
Δημοτικών τραγουδιών που τη μνημονεύουν
(την οξιά). Το πρώτο είναι κλέφτικο των
Σαρακατσάνων, ενώ το άλλο είναι κλέφτικο
των χωριών Κλεισούρας – Βλάστης - Γέρμα.
Πέρα
σε κείνη την οξιά
Πέρα σε κείνη την οξιά, την
αστραποκαμμένη,
στην από κείνη τη μεριά, που ήταν μια
κρύα βρύση,
εκεί ’χαν οι κλέφτες μάζωξη, εκεί ’χαν
κρυφή κουβέντα.
Εκεί μοιράζαν τα φλουριά, εκεί μοιράζαν
γρόσια
κι είχαν μικρό σκλαβόπουλο στον πάλιουρα
δεμένο
με τα πουλιά κουβέντιαζε…
Του
Ζέρβα
-Καλά ήσαν Ζέρβα μ΄ στη Βλαχιά, καλά στο
Βουκουρέστι,
τι ήθελες, τι γύρευες στο Μπλάτσι, στο
Μουρίκι;
- Ήρθα να ιδώ τους φίλους μου και τα παλιά
λημέρια!
Πάει ο Ζέρβας στην Κλεισούρα για να
πάρει Βλαχοπούλα.
Μουρίκι μου περήφανο κι οξιά
ζωγραφισμένη,
τους κλέφτες τι τους κάματε και τους
Καπιτανέους;
- Όλον τον Μάη ήταν εδώ κι όλον τον
Αλωνάρη!
Πάει ο Ζέρβας στο Μουρίκι, για να δει
την Σαλονίκη.
Πάει ο Ζέρβας στην οξιά, για να
δει την Καστοριά.
|
Γερμανιώτικο ξυλάλετρο από δέντρο οξιάς. |
|
Δάσος οξιάς στην περιοχή "Χαρούπα". |
|
"Ξυλοθήκη" οξιάς στο Μουρίκι. |