Κυριακή 14 Ιουλίου 2013

Το βότανο «Λέπινο» (Βερμπάσκο – Verbascum), στις ακροποταμιές του Γέρμα.

Τμήμα ανθοφόρου βλαστού λέπινου - βερμπάσκου.
    Κατά την προπολεμική εποχή κι έως το έτος 1965 περίπου, όλα τα παιδιά του Γέρμα ζούσαν κατά τη διάρκεια του Καλοκαιριού στις ειδυλλιακές εξοχές του χωριού τους κι έβοσκαν εκεί τα λιγοστά αρνιά και κατσίκια τους. Την ίδια εποχή ψάρευαν και αρκετά εύγευστα «τσιρόνια» και νόστιμες «Μπλ(ρ)ιάνες» στα δύο μικρά ποτάμια του Γέρμα, στο «Μουρικίσιο» και στο «Γιαζιοβινό». Τα ψάρια αυτά ανέβαιναν κάθε Άνοιξη απ’ τον Αλιάκμονα στα εν λόγω ποτάμια για να ρασίσουν στα πεντακάθαρα νερά τους, και ακολούθως παρέμεναν στα «βιρούδια» τους μέχρι το ερχόμενο Φθινόπωρο.
    Τα προαναφερόμενα ψάρια τα έπιαναν τότε τ’ αγροτόπαιδα του Γέρμα κυρίως με τα χέρια τους και μόνο λίγες φορές με τη χρήση του φυτού – βοτάνου «Βερμπάσκο – Verbascum», που στον Γέρμα ονομάζεται «Λέπινο», το οποίο  φύτρωνε και φυτρώνει κατά δεκάδες στις κοίτες και τις όχθες των υπόψη δύο ποταμών. Οι μικροί Γερμανιώτες γνώριζαν, ότι το εν λόγω βότανο περιέχει μία ουσία, που όταν πέσει στο νερό αναγκάζει τα ψάρια να βγούν στην επιφάνειά του και γι’ αυτό το στούμπιζαν (το λέπινο) επάνω σε παραποτάμιες πέτρες, το έριχναν μέσα στο νερό των μικρών ποταμών και ρυακιών και ακολούθως ψάρευαν τα ζαλισμένα ψάρια με μεγάλη ευκολία.
Ανθισμένο λέπινο σε αγρό του Γέρμα.
     Για το εξεταζόμενο βότανο «Βερμπάσκο – Λέπινο» αναφέρονται (και) τα εξής στο Διαδίκτυο (Ίντερνετ).
    «Βερμπάσκο, Φλόμος.
    Η λατινική ονομασία του βοτάνου είναι Verbascum thapsus (Φλόμος ο θάψος). Ανήκει στην οικογένεια των Σκροφουλαριειδών. Στη χώρα μας το συναντούμε με τις ονομασίες φλόμος, μελισσαντρό, βερμπάσκο, καλάνθρωπος, λαμπάδα του Αγίου Ιωάννη, αγκάθαρος, αλισφακιά, κ.ά. Το Βερμπάσκο το χρησιμοποιούν στο ψάρεμα, γιατί περιέχει ουσίες που εμποδίζουν τα ψάρια να αναπνεύσουν από τα βράγχια και ανεβαίνουν στην επιφάνεια.
    Είναι φυτό κοινό σε Ευρώπη και Μικρά Ασία. Πολλαπλασιάζεται μόνο του σε όλη την Ελλάδα και αναπτύσσεται σε χέρσα εδάφη, αναχώματα, ξηρά λιβάδια, ανάμεσα σε βράχους και στις άκρες των ποταμών και των αγροτικών δρόμων.
    Είναι φυτό διετές που φτάνει από 50 έως 120 εκατοστά ύψος. Είναι απλό ή πολυδιακλαδιζόμενο. Τα φύλλα του είναι μεγάλα, ακέραια, μακρόστενα, λογχοειδή, παχιά, μαλακά, σκεπασμένα με γκριζοκίτρινες τρίχες.     Τα άνθη είναι κίτρινα, με διάμετρο 2 έως 2,5 εκατοστά σε μακρόστενο στάχυ. Ο καρπός είναι κάψα ωοειδής, κάπως μυτερή. Οι σπόροι είναι μικροί, και ακανόνιστοι. Υπάρχουν 44 τουλάχιστον είδη του φυτού στη χώρα μας με παρόμοιες θεραπευτικές ιδιότητες. Αν τρίψεις τα άνθη του επάνω στις μυρμηγκιές τις περιορίζουν.
Ανθοφόρος βλαστός λέπινου.
    Ιστορικά στοιχεία.
    Ο φλόμος ήταν βότανο γνωστό από την αρχαιότητα. Ο Διοσκουρίδης αποκαλούσε το φυτό «βερμπάσκο το μέλαν». Οι αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποιούσαν τη ρίζα του φυτού σε περιπτώσεις αναπνευστικών προβλημάτων, διάρροιας, κράμπας, φλεγμονών των ματιών και ως επουλωτική. Ο Πλίνιος (77 μ.Χ.) αναφέρει πως «τα υποζύγια που υποφέρουν από βήχα και από σπασμένα πλευρά, ανακουφίζονται αν πιουν λίγο από το βότανο αυτό.
Στη λαϊκή ιατρική του τόπου μας γνώριζαν τις θεραπευτικές ιδιότητες του φυτού και το χρησιμοποιούσαν κύρια για διαταραχές του αναπνευστικού. Επίσης μούσκευαν άνθη του φυτού σε ελαιόλαδο για μερικές μέρες και χρησιμοποιούσαν το λάδι κατά της ωτίτιδας υπό μορφή σταγόνων για τα αυτιά. Παράλληλα το χρησιμοποιούσαν για τη δημιουργία χρωστικής που βάφει τα υφάσματα κίτρινα, πορτοκαλί ή καφέ.
    Στην Κρήτη το βότανο το ονομάζουν «μελισσαντρού». Οι χωρικοί έλεγαν για το φυτό, ότι «κλαίει η Μελισσαντρού», γιατί το φυτό έχει την ιδιότητα - όταν κτυπήσεις τον βλαστό με ένα ξυλαράκι - να ρίχνει τα άνθη του μέσα σε 30 έως 60 δευτερόλεπτα. Τα παιδιά κτυπούσαν το φυτό λέγοντας:
«Μελισσαντρού, Μελισσαντρού,
Μέλισσα κακομοίρα,
τον άντρα σου σκοτώσανε
και τα παιδιά σου πήραν
και συ φορείς τα κίτρινα,
βγάλε τα κακομοίρα».
 
Το ένα απ' τα είδη του λέπινου
που ευδοκιμούν στον Γέρμα.
    Η πτώση των ανθέων είχε απασχολήσει την Βοτανική Επιστήμη από το 1824, όπως αναφέρει ο Σπ. Μηλιαράκης στο «Εγχειρίδιο Βοτανικής».
    Συστατικά-χαρακτήρας.
    Το βότανο είναι ελαφρώς γλυκό, δροσερό και υγρό. Περιέχει γλίσχρασμα, κόμμι, σαπωνίνες, κιτρινόχρωμο πτητικό έλαιο, οξύ όμοιο με το ελαϊκό, μαλικό και φωσφορικό ασβέστιο, οξικό κάλιο, σάκχαρο, χλωροφύλλη, κίτρινη χρωστική (κροζετίνη, ξανθοφύλλη), ρητινώδη ύλη, μεταλλικά στοιχεία, φλαβονοειδή (εσπεριδίνη, βερβασκοσίδη), γλυκοσίδια (οκουμπίνη κ.α.).
    Άνθιση – χρησιμοποιούμενα μέρη – συλλογή.
   Το φυτό ανθίζει από Μάιο έως Σεπτέμβριο. Συλλέγεται όλο το καλοκαίρι. Για τις θεραπευτικές του ιδιότητες χρησιμοποιούνται τα ξηρά άνθη και φύλλα του φυτού, καθώς και η ρίζα. Τα φύλλα συλλέγονται πριν πάρουν καφέ χρώμα και ξηραίνονται στη σκιά.
    Θεραπευτικές ιδιότητες και ενδείξεις.
    Δρα ως αποχρεμπτικό, μαλακτικό, ήπιο διουρητικό, ήπιο ηρεμιστικό και επουλωτικό. Τα άνθη είναι ευεργετικά για το αναπνευστικό σύστημα. Τονώνουν τις βλεννογόνους μεμβράνες του αναπνευστικού, μειώνοντας τις φλεγμονές και διεγείροντας την παραγωγή υγρών, διευκολύνοντας έτσι την απόχρεμψη».
Όμορφα άνθη λέπινου.

Φύλλα λέπινου κοντά στη ρίζα του. 

Το κάτω τμήμα λέπινου.

Δρεπανόσχημος βλαστός λέπινου.

Το χωριό ο Γέρμας Καστοριάς.