Κυριακή 19 Απριλίου 2020

Το πουλί «ο αγριόπιτνος» {= αγριοπετεινός} στα δάση του Γέρμα

Οικόσιτος πετεινός.
Ελαιογραφία του Γιώργου Τ. Αλεξίου,
αντίγραφο πίνακα Ιάπωνα ζωγράφου.
Το ορεινό χωριό «Ο Γέρμας Καστοριάς» κατέχει εκτεταμένα και πυκνά δάση οξιάς, βελανιδιάς και άλλων φυλλοβόλων δέντρων. Στα δάση αυτά και στα ξέφωτά τους διαβιώνουν, φωλιάζουν και αναπαράγονται πολλά είδη άγριων ζώων, ερπετών και πτηνών. Ειδικώς για τα πτηνά αναφέρουμε, ότι τα περισσότερα είναι ημερόβια και απαντώνται εύκολα και συχνά απ’ τους κατοίκους του χωριού. Τα γνωστότερα απ’ αυτά είναι, το σαΐνι (γεράκι), η τουρτούρα (τρυγόνα), η δεκοχτούρα, η γκίσσα (κίσσα), ο ξυλοφάης (δρυοκολάπτης), ο πούπος (τσαλαπετεινός) και ο κούκος. Παλαιότερα υπήρχαν και ο αετός και ο γύπας, αλλά απ’ τη δεκαετία του 1970, αυτά τα μεγάλα και περήφανα πουλιά έχουν δυστυχώς εκλείψει.
Εκτός όμως από ημερόβια πτηνά, υπάρχουν στα δάση του Γέρμα και πουλιά νυκτόβια, που βγαίνουν για τροφή κατά τις βραδινές ώρες κι ένεκα τούτου δεν τα βλέπουν συχνά οι άνθρωποι. Τέτοια πουλιά είναι ο μπούφος, η κουκουβάγια, ο γκιώνης και ο αγριόπιτνος (αγριοπετεινός), ο οποίος εξετάζεται ακολούθως.
Η δασωμένη χαράδρα της Κρανιάς 
     στον Γέρμα, όπου ζουν αγριόπιτνοι.
Ο αγριόπιτνος είναι ένα απ’ τα πλέον αγαπητά πουλιά των κατοίκων του Γέρμα, και ιδιαίτερα των γεροντότερων εξ αυτών, που διανυκτέρευαν παλαιότερα, κατά τις ζεστές νύχτες της Άνοιξης και του Καλοκαιριού, μαζί με τα ζώα τους (αιγοπρόβατα και γελάδια), στα βουνά και στις εξοχές του χωριού, κι άκουαν το λάλημά του. Το εν λόγω πουλί είναι νυκτόβιο, ως προαναφέρθηκε, και πολύ μοναχικό και για τους λόγους αυτούς ελάχιστοι Γερμανιώτες το έχουν ιδεί, ενώ πολλοί το έχουν ακούσει. Πάντως, αυτοί που το είδαν λένε, ότι είναι μικρό στο μέγεθος, όμορφο με πολύχρωμο πτέρωμα και ομοιάζει αρκετά με νεαρό πετεινάρι, κοκοράκι («πτηνόν άγριον, ομοιάζον τω αλέκτορι»), εξ ου και η ονομασία του «αγριόπιτνους». Οι Γερμανιώτες αναφέρουν επίσης, ότι ο αγριόπιτνος ζει την ημέρα κρυμμένος στα κλαδιά και στα φυλλώματα των μεγάλων δένδρων του όρους Μουρίκι και των αντερεισμάτων του, και ότι βγαίνει για τροφή μόνον όταν σκοτεινιάσει. Ζευγαρώνει κατά τις νύκτες του Απριλίου και του Μαΐου. Τότε το αρσενικό γνωστοποιεί την παρουσία του στα θηλυκά του είδους που βρίσκονται στη γύρω περιοχή, καθώς και στους ανθρώπους, βγάζοντας τη χαρακτηριστική κραυγή του, που είναι ένα αργόσυρτο και λυπητερό «ουου», παρόμοιο με αυτό της κουκουβάγιας.
Ξυλόγλυπτος πετεινός στο τέμπλο 
     του Αγίου Δημητρίου Αυγής (19ος αιών).
Ο Γράφων, που έχει την οικία του στην άκρη του Γέρμα, δίπλα στο μικρό ποτάμι και στους παλαιούς νερόμυλους του χωριού, ακούει με πολύ μεγάλη προσοχή και απολαμβάνει, κατά τις γλυκές βραδιές της Άνοιξης, τη φωνή του αγριόπιτνου, που έρχεται σ’ αυτόν απ’ τις ειδυλλιακές τοποθεσίες της «Βρύσης» και του «Σελιού». Η φωνή αυτή τον θέλγει και τον ευχαριστεί ιδιαίτερα.
Βελανιδιά στο βουνό Αμάραντος του Γέρμα
όπου κουρνιάζουν οι αγριόπιτνοι.

Σημείωση: Το απόκοσμο λάλημα του Αγριοπετεινού ακούγεται στην μουσική τής θρυλικής ταινίας Western "Ο Καλός, ο Κακός, και ο Άσχημος". Άκουσε εδώ:
https://www.youtube.com/watch?v=LdLQf1Ef9Ns



Σάββατο 11 Απριλίου 2020

Οι μικροί καταρράκτες του Γέρμα

Φωτ. 1.  Ο καταρράκτης στην περιοχή
"Γκολόγκας"  ύψους 5 - 6 μ.

Το ιστορικό χωριό «Ο Γέρμας» Καστοριάς βρίσκεται κτισμένο απ’ τον 17ο αιώνα (;) στους πρόποδες του Μουρικιού, που είναι «όρος υψηλόν (υψ. 1.703 μ.), βαθεία ύλη κεκαλυμμένον, ψυχροίς ύδασι και διαφανέσιν κατάρρυτον (: ψηλό βουνό, με πυκνό δάσος και με ψυχρά και γάργαρα νερά)». Τα εν λόγω νερά τρέχουν καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους στις βαθιές χαράδρες και τις ειδυλλιακές λαγκαδιές του υπόψη βουνού, σμίγουν κάτω απ’ τον οικισμό του Γέρμα και καταλήγουν στον Αλιάκμονα. Κατά τη διέλευσή τους απ’ τις αναφερόμενες χαράδρες και λαγκαδιές συναντούν αρκετές απότομες (κάθετες) κλίσεις του εδάφους, καταπίπτουν εκεί με ορμή και σχηματίζουν ισάριθμους μικρούς καταρράκτες. Οι σημαντικότεροι και ομορφότεροι απ’ αυτούς τους καταρράκτες παρουσιάζονται ακολούθως.
  1. Ο καταρράκτης του «Γκολόγκα».
Ο πιο μεγάλος κι εντυπωσιακός καταρράκτης του Γέρμα βρίσκεται στη βαθιά χαράδρα «Γκολόγκας» του Μουρικιού, σε σημείο δύσβατο και δασωμένο (Φωτ. 1). Τα νερά του πηγάζουν απ’ την περιοχή «Τσουκνίδα» του ίδιου βουνού. Το ύψος του είναι περί τα 5 – 6 μέτρα και η ποσότητα του νερού του ικανοποιητική. Ο φυσιολάτρης που επιθυμεί να τον επισκεφτεί και να θαυμάσει την άγρια ομορφιά του, πρέπει να βαδίσει στο δασικό δρόμο που αρχίζει απ’ του «Στύλι(ου) το λάκκο και καταλήγει στον «Βαθύλακκο». Όταν φθάσει στη χαράδρα του «Γκολόγκα», θα δει στ’ αριστερά του τον εξεταζόμενο καταρράκτη και θ’ ακούσει τον πτωτικό θόρυβο του ύδατός του.
  1. Ο καταρράκτης στο «Πιργιόν».
Φωτ. 2.  Ο καταρράκτης στην περιοχή
 "Πιργιόν" ύψους  2,5 μ. περίπου.
Ο δρόμος που ενώνει τον οικισμό του Γέρμα με την τοποθεσία «Πιργιόν» Μουρικιού έχει μήκος 4 χιλιόμετρα και είναι ασφαλτοστρωμένος. Στο μέρος που τελειώνει το ασφαλτοστρωμένο τμήμα του, και πιο συγκεκριμένα, στο πλησίστιό του σημείο, όπου ενώνονται τα δύο ποταμάκια που πηγάζουν απ’ τις τοποθεσίες «Αμπάζ-αγάς» και «Βουζλιά», αντίστοιχα, βρίσκεται ο δεύτερος εξεταζόμενος καταρράκτης (φωτ. 2). Ο καταρράκτης αυτός σχηματίζεται απ’ τα νερά του προαναφερόμενου μικρού ποταμού της «Βουζλιάς» κι έχει ύψος 2 – 2,5 μ., περίπου.
  1. Οι καταρράκτες της «Κρανιάς».
Ανάμεσα στα βουνά «Αμάραντος» και «Σαρακίνα» του Γέρμα, που αποτελούν διακλαδώσεις - απολήξεις της οροσειράς του Μουρικιού, βρίσκεται η βαθιά και άβατη για τους ανθρώπους, ρεματιά της «Κρανιάς». Η ρεματιά αυτή έχει βραχώδη κοίτη με πολλές εδαφικές «σκάλες» και αντίστοιχα τους «καζάνια» (: μικρές φυσικές κοιλότητες, γούρνες, λεκάνες). Απ’ εν λόγω «σκάλες» πέφτουν με ορμή τα νερά του ρέματος στις φυσικές λεκάνες που βρίσκονται στη βάση τους και σχηματίζουν αρκετούς μικρούς καταρράκτες στη σειρά. Ο ωραιότερος απ’ αυτούς τους γραφικούς καταρράκτες είναι διπλός και βρίσκεται στη συμβολή (σμίξη) του λεγόμενου «μεγάλου λάκκου» με το κύριο ρέματος της Κρανιάς (Φωτ. 3 ).
Φωτ. 3. Ο μαγευτικός διπλός καταρράκτης
στο ρέμα της Κρανιάς, στην εκβολή
του "Τρανού λάκκου"
.
Κλείνοντας την παρουσίαση των μικρών καταρρακτών του Γέρμα σημειώνουμε και πάλι, ότι βρίσκονται όλοι σε πανέμορφα φυσικά τοπία και ότι έχουν αρκετό νερό και κατά τη θερινή περίοδο.



Έτερος πανέμορφος καταρράκτης
στο ρέμα της Κρανιάς.

Το αγριολούλουδο «Φριτιλλάρια η Ελληνική» (Fritillaria Graeca) ή «Δάκρυ της Παναγιάς», στον Γέρμα.


Εικ. 1.  Πανέμορφο άνθος Φριτιλλάριας
στον Γέρμα Καστοριάς.

Η γεωγραφική έκταση του χωριού Γέρμας Καστοριάς είναι αρκετά μεγάλη κι έχει σχήμα στενόμακρο. Αρχίζει απ’ την Κλεισούρα και τη Βλάστη και φθάνει έως το Δρυόβουνο και τον Πελεκάνο Κοζάνης. Το έδαφός της είναι κατά το πλείστον ορεινό και ημιορεινό. Το υπέδαφός της είναι στ’ ανατολικά και βόρεια αργιλώδες , ενώ στα δυτικά και νότια έχει σύσταση ασβεστολιθική.

Ανάλογη με το έδαφος της περιοχής είναι και η πανίδα και η χλωρίδα της. Στην επιφάνειά της φυτρώνουν πάμπολλα είδη αγριολούλουδων και λοιπών φυτών και διαβιούν πολυάριθμα ανήμερα ζώα και πτηνά. Στα εν λόγω αγριολούλουδα περιλαμβάνεται και το παρακάτω εξεταζόμενο, που ονομάζεται Φριτιλλάρια η Ελληνική (Fritillaria Graeca) ή αλλιώς «Δάκρυ της Παναγιάς».
Εικ. 2.  Βλαστός και άνθος Φριτιλλάριας.
Η Φριτιλλάρια βρίσκεται κι ευδοκιμεί στις πλαγιές και τα ξέφωτα του βουνού Πάσχος του Γέρμα. Ο Γράφων έβλεπα τη Φριτιλλάρια ν’ ανθίζει επί πολλά χρόνια δίπλα στο αμπέλι μου, που βρίσκεται σε πλαγιά του προαναφερόμενου βουνού, αλλά δεν την πρόσεχα ιδιαίτερα και την προσπερνούσα γρήγορα, επειδή τα χρώματά της είναι κοινά, «ταπεινά», όχι φανταχτερά κι εντυπωσιακά. Κατά την Άνοιξη του 2010, όμως συνέβη το αντίθετο. Την παρατήρησα με προσοχή, είδα και θαύμασα τη ντελικάτη ομορφιά της (Εικ. 1, 2, 3) και τη φωτογράφισα επανειλημμένως. Κατόπιν, όταν γύρισα στο σπίτι μου, αναζήτησα γ’ αυτήν και βρήκα σχετικές πληροφορίες στο Διαδίκτυο (Ίντερνετ), μερικές απ’ τις οποίες και παραθέτω ακολούθως:
Εικ. 3.  Στελέχη και άνθη Φριτιλλάριας.
Το γένος του αγριολούλουδου Φριτιλλάρια αποτελείται από εκατό, περίπου, είδη. Πρόκειται για ένα φυτό που ενδημεί στην Ελλάδα, σε βραχώδεις και άνυδρες τοποθεσίες της. Συγγενεύει πολύ με τις τουλίπες και με τους κρίνους. Η ρίζα του είναι μικρός βολβός. Ο κορμός του (το στέλεχος) είναι λεπτός, γλαυκοπράσινος, φυλλοφόρος και φθάνει σε ύψος τα 25 – 35 εκατοστά. Τα φύλλα του είναι λογχοειδή κι έχουν το ίδιο χρώμα με το στέλεχος. Τα άνθη του είναι πανέμορφα, αβρότατα και γεμάτα «ευγένεια».Βγαίνουν στην κορυφή του φυτού – ένα σε κάθε στέλεχος - έχουν χρώμα καφεκκόκκινο με πρασινοκίτρινες γραμμώσεις, ομοιάζουν με κουδουνάκια και βλέπουν προς τα κάτω, προς τη μάνα γη. Στον Γέρμα ανθίζει κατά τον μήνα Απρίλιο.
Εικ. 4.  Η Παναγία θρηνεί και χύνει πικρά
 δάκρυα δίπλα στον αποκαθηλωθέντα
Χριστό. Τοιχογραφία του Μανουήλ
 Πανσέληνου στο Άγιον Όρος, έτ. 1312.
Η Φριτιλλάρια, επειδή έχει το «λαιμό» της λυγισμένο προς τα κάτω και την «κεφαλή» της στραμμένη προς τη γη, ομοιάζει με θρηνωδούσα κόρη, και γι’ αυτό σε πολλά μέρη της γης οι Χριστιανοί την ονομάζουν «Δάκρυ της Παναγιάς» (Πίν. 4). Μάλιστα, οι ίδιοι Χριστιανοί διηγούνται και την εξής σχετική ιστορία, που αιτιολογεί το γέρσιμο της κεφαλής της και το αναφερόμενο όνομά της:
Όταν οι άνομοι Εβραίοι σταύρωναν τον Ιησού Χριστό, όλα τα λουλούδια έγειραν τις κεφαλές τους και θρηνούσαν, εκτός απ’ τη Φριτιλλάρια που αδιαφόρησε παντελώς. Ο Θεός, βλέποντας αυτήν την ασεβή συμπεριφορά της την τιμώρησε να έχει πάντα το πρόσωπό της στραμμένο στη γη, να φέρει πένθιμα χρώματα και να θρηνεί διαρκώς το φρικτό πάθος του Υιού Του.
Το εξεταζόμενο αγριολούλουδο Φριτιλλάρια είναι, ως προαναφέρθηκε, πολύ όμορφο και γι’ αυτό το αγαπούν όλοι οι φιλόκαλοι άνθρωποι και ιδιαίτερα οι καλλιτέχνες, που αποτυπώνουν συχνά τη μορφή του σε πίνακες ζωγραφικής, διακοσμητικά πλακάκια (Πίν. 5) κ.λ.π. 
Εικ. 5.  Διακοσμητικά πλακάκια τοίχου
 με ζωγραφιές τριών ειδών Φριτιλλάριας.





Εικ. 6.  Φρουροί του Βατικανού
με στολή εμπνευσμένη
από τα άνθη Φριτιλλάριας.

Η οξιά» (Fagus), το αγαπημένο δέντρο των Γερμανιωτών.

Δέντρο οξιάς στην περιοχή
Ασπροστέλναρα του Μουρικιού. 
Η οξιά είναι ένα απ’ τα πλέον αγαπητά δέντρα των ανθρώπων που κατοικούν στα χωριά της ορεινής περιοχής Μουρικίου Καστοριάς, και συγκεκριμένα, στην Κλεισούρα, στον Γέρμα, στο Τσιρίλοβο, στη Λιθιά, στη Βασιλειάδα και στον Βέργα. Οι άνθρωποι αυτοί, άντρες και γυναίκες, επιθυμούν κι επιδιώκουν ν’ ανέβουν, κατά την περίοδο του θέρους, στις ψηλές κορυφές του όρους Μουρίκι (υψόμ. 1703 μ.), να καθίσουν και να γευματίσουν κάτω απ’ τις οξιές του δάσους του και ν’ αναπαυτούν στη δροσερή σκιά τους. Επιθυμούν επίσης, να πιουν το γάργαρο κι «ελαφρό» νερό, που αναβρύζει απ’ τις ρίζες αιωνόβιων δέντρων οξιάς.
Απ’ τους ορεσίβιους κατοίκους των αναφερόμενων χωριών της Καστοριάς, περισσότερο αγαπούν την οξιά οι κτηνοτρόφοι που έχουν τα μαντριά τους στο βουνό Μουρίκι και βόσκουν τα αιγοπρόβατά τους στα αλπικά λιβάδια του, τις λεγόμενες «γκόλνες». Οι εν λόγω φιλόπονοι βοσκοί διαλέγουν κάθε Άνοιξη μια μεγάλη οξιά στην άκρη του δάσους, διαμορφώνουν κάτω απ’ τη φυλλωσιά της έναν στάλο (πρόχειρη μάντρα) και σταλίζουν εκεί το κοπάδι τους κατά τις μεσημεριανές ώρες του καλοκαιριού.
Δίδυμοι κορμοί οξιάς στην περιοχή
"Πιργιόν" του όρους Μουρίκι.
Ας δούμε όμως ποιο είναι το θεματικό φυτό:
Η οξιά ή φηγός είναι ένα μεγαλόπρεπο, ωραίο, φυλλοβόλο δέντρο, που ζει σε υψόμετρο από 1.000 μ. μέχρι 1.800 μ.. Ο κορμός της είναι ευθύς και ψηλός έως 35 μ., ο δε φλοιός της είναι λείος κι έχει χρώμα ανοικτό γκρι. Τα φύλλα της είναι κατ’ εναλλαγή δίσειρα, επιμήκη, οξύκορφα, οδοντωτά κι έχουν μήκος 5 - 15 εκ. και πλάτος 2 - 8 εκ. Οι καρποί της είναι κάρυα και βρίσκονται μέσα σε ξυλώδες κύπελλο, που σκεπάζεται από βράκτια. Το ξύλο της έχει χρώμα ελαφρά κοκκινωπό, είναι πολύ σκληρό και χρησιμοποιείται στην οικοδομική, την επιπλοποιία, τη ναυπηγική και γενικά στη βιομηχανία τον ξύλου. Τα «οξίσια» καυσόξυλα καίγονται στα τζάκια και στις σόμπες επί αρκετή ώρα και βγάζουν φωτεινές και ήρεμες φλόγες.
Πολλοί απ’ τους προαναφερόμενους χωρικούς του Νομού Καστοριάς, κατά την παλαιά εποχή κι έως τη δεκαετία του 1960, ήταν ημιεπαγγελματίες ξυλοκόποι. Οι άνθρωποι αυτοί έδειχναν ιδιαίτερη προτίμηση στην υλοτόμηση της οξιάς και στην εμπορία των καυσόξυλών της. Η όλη διαδικασία της υπόψη υλοτόμησης γινόταν ως εξής:
Κλαδί και φύλλα οξιάς.
Οι ξυλοκόποι των εν λόγω χωριών, κατά τις ημέρες που ευκαιρούσαν, ξεκινούσαν πρωί – πρωί απ΄ τις οικίες τους και μετέβαιναν με τα υποζύγιά τους στα πυκνά δάση οξιάς του Μουρικιού. Εκεί έκοβαν μέχρι το μεσημέρι τις οξιές που ήθελαν, τεμάχιζαν τον κορμό και τα κλαδιά τους σε μήκος και μορφή καυσόξυλων (1,5 μ. περίπου) κι έσκιζαν τα χοντρά κομμάτια τους. Ακολούθως έτρωγαν ψωμοτύρι, ντομάτα και κρεμμύδι, φόρτωναν τα καυσόξυλα στα ζώα τους (άλογα, μουλάρια, γαϊδούρια) και τα μετέφεραν στις αυλές των σπιτιών τους, όπου τα στοίβαζαν με τη σειρά και σχημάτιζαν ντάνες. Απ’ τις ντάνες αυτές έπαιρναν κατά τους ψυχρούς μήνες του Χειμώνα τα καυσόξυλα που ανάλωναν στην οικία τους, καθώς και τα καυσόξυλα που πωλούσαν στην πόλη της Καστοριάς, στο Άργος Ορεστικό και στα γειτονικά χωριά της Κορησού και του Μαυρόβου.
Οι ίδιοι ξυλοκόποι, που κατά κανόνα ήταν και γεωργοί, κατασκεύαζαν και τ’ αλέτρια τους από ξύλο οξιάς, επειδή είναι ελαφρύ, αλλά και πολύ σκληρό. Συγκεκριμένα, πήγαιναν στο δάσος, εντόπιζαν τον κορμό μιας οξιάς με το κατάλληλο σχήμα, τον έκοβαν, τον πελεκούσαν επιτόπου και κατόπιν τον μετέφερναν στο χωριό τους, όπου τον επεξεργάζονταν κατάλληλα (έφτιαχναν τη «γκουβοτίτσα» και το «χερούλι» του ξυλάλετρου).
Το παρόν άρθρο που αναφέρεται στο αγαπημένο δέντρο των χωρικών της περιοχής Μουρικιού, την οξιά, θα κλείσει με την παράθεση δύο Δημοτικών τραγουδιών που τη μνημονεύουν (την οξιά). Το πρώτο είναι κλέφτικο των Σαρακατσάνων, ενώ το άλλο είναι κλέφτικο των χωριών Κλεισούρας – Βλάστης - Γέρμα.
  1. Πέρα σε κείνη την οξιά
Πέρα σε κείνη την οξιά, την αστραποκαμμένη,
στην από κείνη τη μεριά, που ήταν μια κρύα βρύση,
εκεί ’χαν οι κλέφτες μάζωξη, εκεί ’χαν κρυφή κουβέντα.
Εκεί μοιράζαν τα φλουριά, εκεί μοιράζαν γρόσια
κι είχαν μικρό σκλαβόπουλο στον πάλιουρα δεμένο
με τα πουλιά κουβέντιαζε…
  1. Του Ζέρβα
-Καλά ήσαν Ζέρβα μ΄ στη Βλαχιά, καλά στο Βουκουρέστι,
τι ήθελες, τι γύρευες στο Μπλάτσι, στο Μουρίκι;
- Ήρθα να ιδώ τους φίλους μου και τα παλιά λημέρια!
Πάει ο Ζέρβας στην Κλεισούρα για να πάρει Βλαχοπούλα.
Μουρίκι μου περήφανο κι οξιά ζωγραφισμένη,
τους κλέφτες τι τους κάματε και τους Καπιτανέους;
- Όλον τον Μάη ήταν εδώ κι όλον τον Αλωνάρη!
Πάει ο Ζέρβας στο Μουρίκι, για να δει την Σαλονίκη.
Πάει ο Ζέρβας στην οξιά, για να δει την Καστοριά.

Γερμανιώτικο ξυλάλετρο από δέντρο οξιάς.


Δάσος οξιάς στην περιοχή "Χαρούπα".



"Ξυλοθήκη" οξιάς στο Μουρίκι.